31.1.13

Sloth-Wishman

29.1.13




Ο Κόμης Φρίκουλας και η Μπατανόβουρτσα του Διαβόλου

    ...δεν είναι τίποτε παραπάνω από ένα σύνολο σύντομων ιστοριών που περιγράφουν τον κατακρεουργισμό των συναισθημάτων, των ονείρων και των σχέσεων του σύγχρονου αστικού θηλαστικού που αυτοονομάζεται άνθρωπος.
     Οι πρωταγωνιστές των ιστοριών αυτών έχουν έναν κοινό παρανομαστή:
      Όλοι παλεύουν να σωθούν πρώτα από τους γύρω τους και μετά από τον εαυτό τους, με όπλα την απελπισία, την αθυροστομία και το αλκοόλ.
    Δυστυχώς όμως γι’ αυτούς, ο γκροτέσκος αστικός ανθρώπινος κλοιός που τους περιβάλλει σαν μέγγενη, τα πιεστικά καθημερινά ωράρια μισθωτής σκλαβιάς που τους καταβροχθίζουν τον χρόνο και τις μέρες και τα διάφορα (εξευτελιστικά και στο χείλος του σουρεαλισμού) ευτράπελα που τους συμβαίνουν, τους στερούν τελικά, με τον πιο βάρβαρο τρόπο, τον λεπτό, μεταξένιο μανδύα του ήρωα και την αστραφτερή πανοπλία του ιππότη.
    Αυτό που μένει από τους «ήρωες» αυτών εδώ των ιστοριών δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα τέλμα λέξεων φτιαγμένο από σάρκα, οστά και μνήμες που λειτουργεί ως ένα ντοκουμέντο, ως μία γραπτή απόδειξη πως κάποτε κι αυτοί υπήρξαν, σε μία χώρα, σε μία πόλη ή σε ένα δωμάτιο.

διάβασε το δωρεάν εδώ.

Τα αρχίδια της Δέσποινας



Καλοκαίρι 1990.Μόλις είχα πάρει με τις οικονομίες μου ένα αμαξάκι .Το Lada_Niva για την ακρίβεια και το 'χα σκίσει στις εκδρομές.
Κάθε σαββατοκύριακο έπαιρνα τη φίλη μου τη Δέσποινα και φεύγαμε τα διημεράκια μας για να φορτίσουμε τις μπαταρίες μας που λένε.

Η Δέσποινα ήταν η καλύτερη παρέα.Έστριβε τσιγάρα στο αμάξι με ζηλευτή μαεστρία χωρίς να της πέφτει ποτέ τίποτα κάτω και πάντα κρατούσε κασέτες με συγκροτήματα που εκείνη ανακάλυπτε και εν συνεχεία μου παρουσίαζε και μένα.Εκείνο το καλοκαίρι και χάριν στη Δέσποινα είχα γνωρίσει τους Jesus Lizard,τους Girls Against Boys τους Killing Joke τους  Sonic Youth και άλλους πολλούς.


Πάντα λέγαμε αστεία μέσα στο αμάξι και γκρινιάζαμε για το πόσο μαλάκες είναι τα αφεντικά μας.Εγώ τότε δούλευα σερβιτόρος σε μια ψαροταβέρνα,η Δέσποινα είχε δικό της γραφείο αλλά ποτέ δεν κατάλαβα τι έκανε έκει μέσα.Τα πηγαίναμε καλά με τη Δέσποινα αν και δεν γνωριζόμασταν πολύ καιρό αλλά μας ένωνε η αγάπη για τη μουσική,τις εκδρομές και το χόρτο.Ποτέ δεν είχε παίξει κάτι ερωτικό ωστόσο.Ήταν τοσο χύμα και μαγκάκι που ξεχνούσες πώς είναι γυναίκα,το ξαναθυμόσουν βέβαια στη παραλία γιατί το μαγκάκι είχε κάτι βυζάρες που δεν μπορούσες να αγνοήσεις έτσι εύκολα αλλά το ξανάξεχνούσες όταν μετά την δεύτερη μπύρα άρχιζε τα ρεψίματα. 

Μιά μέρα γυρνούσαμε απο την εκδρομή μας και πήγαινα τη Δέσποινα στο σπίτι της.Είδα στο δρόμο δυο παπάδες να περνάνε απο μπροστά μας και ζήτησα απο τη Δέσποινα να πιάσει τ'αρχίδια της.Η Δέσποινα πήρε μια παράξενη έκφραση που δεν κατάλαβα τι σήμαινε άλλα έκανε μια μικρή κίνηση και έχωσε το χέρι την ανάμεσα στα πόδια της.Έκανα κι εγώ το ίδιο,άλλα το έβγαλα γρήγορα γιατί φτάναμε σε φανάρι και έπρεπε να βγάλω την ταχύτητα.Όταν φτάσαμε σπίτι της άνοιξε την πόρτα και βγήκε χωρίς να πει κουβέντα.Μου φάνηκε περίεργο αλλά δεν ασχολήθηκα περαιτέρω και έφυγα κι εγώ χωρίς να μιλήσω.

Αυτή ήταν η τελευταία εκδρομή μου με τη Δέσποινα.Δεν είμαι σίγουρος γιατί.Εγω προσπάθησα πολλές φορές να επικοινωνήσω μαζί της αλλά εκείνη με έγραφε στ'αρχίδια της.

Διασχίζοντας τη λίμνη

                                    IMG_2532                                                 


http://cord0.wordpress.com/2013/01/28/%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CF%83%CF%87%CE%AF%CE%B6%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%84%CE%B7-%CE%BB%CE%AF%CE%BC%CE%BD%CE%B7/

24.1.13






Γενέθλια με ιγμορίτιδα στη ταράτσα

Σήμερα είναι Πέμπτη. Είναι νύχτα και ο Λάρρυ θέλει να πέσει από τη ταράτσα της πολυκατοικίας του μπας και γλιτώσει από τον εαυτό του.
Μια αχανής, ξεραμένη, ερημωμένη, κολασμένα ζεστή και κολλώδης περιοχή πιάνει χώρο μέσα στο στήθος του.
Είναι ένας βάλτος από σκατά και θανατηφόρα κουνούπια φορτωμένα με μιας καινούριας μορφής ελονοσίας που δεν γιατρεύεται.
Τι έχει πάθει;
Τόσο αδειασμένος και εγκαταλειμμένος από το ίδιο του το κεφάλι. Ο Λάρρυ είναι μια άσπρη, άδεια, μουχλιασμένη νταμιτζάνα που ζέχνει ταγκίλα από το παλιό λάδι, ξεχασμένη σε ένα παλιό ελαιουργείο εδώ και δέκα χρόνια.
Τι ζητάει από ετούτο δω το παράξενο πράγμα, τη ζωή;
Μακάρι να ήξερε, γαμώ τη κοινωνία και γαμώ το μυαλό του.
Ο Λάρρυ δεν ξέρει που πάνε τα τέσσερα.
Τελικά αναβάλλει τη βουτιά από τη ταράτσα για αύριο.
Να πιεί μια μπύρα ή να ανάψει ένα πούρο;
Τα κάνει και τα δύο.
Τα κεράκια τα έφαγε κι έκαψε τη τούρτα.
Ξέχασε όμως να κάνει μια ευχή.
Ίσως κάποτε να έβρισκε το κουράγιο να πηδήξει.
Προς το παρόν γιορτάζει την απάθεια και την άγνοια του μετά από τη τέταρτη αποτυχημένη προσπάθεια να φουντάρει.
Χρόνια πολλά σκατιάρη!

*


Ο σκύλος έκανε εμετό στο χαλί και μου τελειώσανε τα υπνωτικά χάπια



Χίλιες βελόνες τρυπούν αυτό το κορμί...

Πήγα να ξεκινήσω έτσι αυτό εδώ το ποίημα αλλά μου φάνηκε  μαλακία.
Αυτό που ήθελα να πω είναι πως δεν πρέπει να μπλέξεις με μία γυναίκα που μπορεί να σε τρελάνει και πως όποιος απαρνιέται τον εαυτό του για να γίνει κάτι άλλο είναι μαλάκας.
Επίσης αυτό που ήθελα να πω είναι πως δεν εμπιστεύομαι τους ανθρώπους (συγγενείς, αγνώστους ή φίλους)
Γι’ αυτό αποφεύγω συστηματικά τα λεωφωρεία, τα αεροπλάνα και τους δημόσιους χώρους.
Προς το παρόν αυτά ήθελα να πω
Ίσα, ίσα
Για να μπορέσω να κοιμηθώ.

Υ.Γ. κατούρησα μέσα στα παπούτσια σου για εκδίκηση πριν πάω για ύπνο







whale at Iceland

Αν κάποιος θέλει να δει φάλαινες, ε, θέλει να δει φάλαινες ρε παιδί μου.


20.1.13

Η σαύρα

Κάθεται μιά μαϊμού στο κλαδί ενός δέντρου και πίνει μπάφο.Τυχαία περνώντας από κει η σαύρα,παίρνει μυρωδιά κοιτάζει προς τα πάνω,και βλέπει τη μαϊμού..
-Εεε τι γίνεται ρε συ?Δεν κερνάς..?Για μας..τίποτα?
-Βεβαίως κερνάω ρε σαύρα.Έλα πάνω!Όποιος δεν αγαπάει μόνο,δεν κερνάει.
Πίνουν λοιπόν,περνάει η ώρα και η σαύρα δίψασε..
-Μαϊμού,πάω ρε συ..Πάω μέχρι το ποτάμι.Δίψασα κιόλας..Ευχαριστώ για το κέρασμα.Μπορεί να ξαναπεράσω αργότερα.
-Οκ σαύρα.
Στο δρόμο προς το ποτάμι συναντάει η σαύρα τον κροκόδειλο.
-Μια χαρά σε βλέπω σαύρα,είπε με νόημα ο κροκόδειλος..
-Ναι ναι φίλε κροκόδειλε,καλή φάση,συνάντησα τη μαϊμού εδώ πιο πάνω και ήπιαμε ένα μπάφο..τι να σου λέω...
-Ναι σε βλέπω..Και δε μου λες είναι εδώ κοντά η μαϊμού?
-Εδώ πιο πάνω..σε εκείνο το δέντρο,λέει η σαύρα,δείχνοντάς του.
-Οκ σαύρα.Ευχαριστώ.Θα πάω από κει...
Φτάνει ο κροκόδειλος στο δέντρο,βλέπει τη μαϊμού αραχτή και της φωνάζει
-Εεε μαϊμού!Γυρίζει το κεφάλι η μαϊμού, βλέπει τον κροκόδειλο και του λέει με απορία...
-Εμά μωρή σαύρα..πόσο νερό ήπιες?

19.1.13

Children's Hospital-Unseen

17.1.13

Αμπρακατάμπρα

Image
με τέτοια τοπία πως να μην πιστεύουν οι άνθρωποι στα ξωτικά; 



15.1.13

hristos76 playlist (playlist)

14.1.13




Μία ιστορία με δύο νοήματα - Αφήγηση Παύλος Deerhunter - 

η αφήγηση και το μιξάρισμα έγινε μέσα σε μία δημόσια τουαλέτα.
credits- κάποιος
χέστηκα για το κόπιράιτ.

13.1.13

Σπιρτόκουτο / Matchbox (2002) full movie




                     tribute to my life .gif

αυτό το ποστ
το εμπνεύστηκα από αυτόν -------> 


λόρενς συνεχίζεις να στοιχειώνεις τις ζωές μας μετά από τόσα χρόνια.

LOVE !! <3

11.1.13




σπίτι στο αδιέξοδο




σαράντα δύο λεπτά μέσα στο αυτοκίνητο με το ρολόι. ο ξάδερφος περιμένει να κατέβει και να πάει στο κρεοπωλείο και να γυρίσει ένα dvd που έχει καθυστερήσει 5 μέρες και μας έχει πιάσει όλους ψυχολογικό σοκ γιατί δεν έχουμε λεφτά.

έβγαλε νοτιά και πάει και βράζει κρεμμύδι και σκόρδο μέσα στο μεγάλο μπρίκι, βάζει κίμινο και πιπέρι και λάδι και αλάτι και το βάζει πάνω στη φωτιά στο γκαζάκι και στο κλιμακοστάσιο στη σκάλα που είναι άβαφτη εδώ και 20 χρόνια και μυρίζει κάτουρο γάτας μόνιμα.

ανοίγει ένα καινούριο πακέτο, μαλακό μάρλμπορο lights ή golden, πως τα λένε τώρα δεν ξέρει και κοιτάει να δει στο κουτάκι. ανάβει με τον αναπτήρα το κίτρινο και εισπνέει καπνό και του αρέσει η ζεστασιά στο στήθος.

η γάτα κάνει μπάνιο μπροστά από το τζάκι και το μηχάνημα βουίζει που βγάζει ζεστασιά, εκείνο το καινούριο που πήρε. 

βγάζει στο σκορδοζούμι και το στραγγίζει και αρχίζει και το φυσάει και τα ωμά κρεμμύδια τα βάζει σε ένα πιατάκι που έχει πάνω πράσινα σχεδιάκια.

πηγαίνει στο αποθηκάκι και φοράει μια ζακέτα, μπλούζα από μέσα και μπουφάν αντιανεμικό. ψάχνει να αλλάξει μπαταριάκι στο κοντρόλ της γκαραζόπορτας αλλά δεν φταίει τελικά η μπαταρία έχει χαλάσει το κοντρολάκι.

το σπίτι βρωμάει σκόρδο και κρεμμύδι και ο ξάδερφος του λέει κάτι.

"τα λεφτά τελειώνουνε" είπε ο ξάδερφος.

"θα μπούμε στο σπίτι στις Βασιλιές σήμερα" είπε εκείνος.

"έχω μάθημα πρώτα και μετά".

"εγώ μπαίνω εσύ περιμένεις στο αμάξι και αν γίνει κάτι αναπάντητη θα το έχω αθόρυβο αλλά θα το κρατάω στα χέρια να δω το φωτάκι".

*

Το σπίτι το ξέρει από μια φίλη. Είχανε πάει μια φορά και πίνανε και από τότε το στάμπαρε και είπε να το μπουκάρει.

Λείπανε σήμερα και μπήκε σπάζωντας με ένα σφυρί τυλιγμένο με πετσέτα τη τζαμόπορτα τη βορινή που βλέπει τη θέα στο Ηράκλειο τη γαμάτη.

Σκύλο δεν είχανε ευτυχώς και το είχε σίγουρο.

Η μόνη ιστορία ήτανε που το σπίτι ήταν σε δρόμο αδιέξοδο και άμα σε πιάνανε έπρεπε να πηδάς τα χωράφια και τους βάτους.

Είχε παντού μάρμαρο άσπρο που είχε λίγο κιτρινίσει από λεκέδες του χρόνου. Άνοιξε τα φώτα κανονικά γιατί γείτονες δεν είχανε πιο κοντά από τα 200 μέτρα. Έβαλε και μουσική να ακούει από το λάπτοπ που βρήκε Μαρινέλλα - με πνίγει τούτη η σιωπή. Άναψε ένα τσιγάρο και άρχισε να βάζει μέσα στη τσάντα ώμου.

Φωτογραφική μηχανή nikon καλή από τις μεγάλες, ένα μικρό νέτμπουκ, dvd player και playstation 3.

Άνοιξε συρτάρια και βρήκε 470 ευρώ.

Αράζει λίγο και κατουράει γιατί είχε να κατουρήσει από πριν φύγουνε.

Κοιτάει λίγο το κινητό από συνήθεια και είχε αναπάντητη.

"μαλακία".

Ανοίγει η πόρτα η κεντρική και μπαίνει μέσα μία γυναίκα, μάλλον λέει από μέσα του  γιατί ακουγόντουσαν τακούνια στο μάρμαρο.

Καθισμένος στην τουαλέτα, κλειδώνει μόνο τη πόρτα και σβήνει το τσιγάρο στο νιπτήρα.

Ακούει για λίγο το τίποτα, ούτε τακούνια ούτε γυναίκα ούτε τίποτα, νέκρα.

Στέλνει μήνυμα στο ξάδερφο και του λέει να φύγει, μαλακία, θα δει πως θα βγει και τα λένε στο σπίτι αν τα πούνε.

Ξεκλειδώνει πόρτα και βγαίνει.

Η γυναίκα καθότανε μόνη της με σκυμμένο κεφάλι και έκλαιγε σιγανά στον καναπέ τον πράσινο δίπλα στο τζάκι μόλις μπαίνεις στο καθιστικό.

Πλησιάζει εκείνος σιγά σιγά σα τη γάτα και λέει από μέσα του τι μαλακίες κάνω ρε ο μαλάκας.

Εκείνη σηκώνει το κεφάλι και τον κοιτάει με κόκκινα μάτια και δεν λέει τίποτα ούτε και αντιδράει.

Δεν λένε τίποτα παρά μόνο κοιτάζονται σαν αγάλματα. 

Εκείνη σκύβει πάλι και σκουπίζεται με ένα μαντιλάκι άσπρο και κλαίει πάλι.

"μαλακία τώρα που με πέτυχες εδώ αλλά ξέρεις δεν είχαμε λεφτά και..." πήγε να πει εκείνος.

"δεν με νοιάζει" είπε εκείνη και άρχισε να κλαίει πιο δυνατά και έσκυψε να ακουμπήσει το κεφάλι της στο μπράτσο του καναπέ.

"δε με θυμάσαι;" ρώτησε εκείνος.

Εκείνη σκούπισε πάλι το πρόσωπο της και τον κοίταξε πιο προσεκτικά αυτή τη φορά.

"νομίζω ναι".

"τι έπαθες" τη ρώτησε και έκατσε δίπλα της.

"δεν είμαι καλά" απάντησε και κοίταξε το κενό στο τζάκι.

"εμένα δεν μου αρέσει να μην έχω λεφτά" είπε εκείνος.

"τα λεφτά είναι κάτι που δεν με ενδιαφέρει τώρα".

"είσαι χαμένη στο κύκλο του έρωτα ε;" τη ρώτησε.

"ναι μάλλον είμαι εκεί".

"περαστικά...είναι δύσκολη φάση"

"ευχαριστώ".

"να σου ανοίξω το παράθυρο να πάρεις λίγο αέρα;" τη ρώτησε.

"ναι, ξέρω γω" είπε.

Ο ξάδερφος έπαιρνε τηλέφωνο το σήκωσε και είπε όλα καλά έρχομαι δεν έγινε τίποτα αλλά δεν είχε και πολλά το σπίτι.

"εμένα θολώνει το μάτι μου" είπε μετά που άνοιξε το παράθυρο.

"εγώ δουλέυω στο Μάκρο" είπε εκείνη.

"ωραία ντύνεσαι" .

"φχαριστώ".

"να πάρετε σκύλο, είναι πιο καλό να υπάρχει σκύλος εδώ μέσα, για τους κλέφτες, ξέρεις".

Εκείνη τον κοίταξε και γέλασε. Μετά γέλασε κι εκείνος. Τα μάτια της ήτανε μεγάλα και λαμπερά.






9.1.13