29.11.12

                                                                       




                                                         το ίντερνετ


    Ήτανε στη γειτονιά πολύ καλός και γνωστός από μικρό παιδάκι. Όταν μεγάλωσε άρχισε να κλέβει δισκάδικα, κυρίως το Δισκόραμα γιατί στο άλλο είχανε συναγερμούς. Μετά άρχισε να κλέβει βιβλιοπωλεία και σούπερ μάρκετ. Αυτά τώρα τα έκανε πριν από την κρίση έτσι; Μετά βαρέθηκε να κλέβει γιατί ήθελε να βρει καμιά δουλειά κανονική λέει και καλά. Δεν βρήκε όμως δουλειά κανονική και άρχισε να σκέφτεται να ξεκινήσει να κλέβει πάλι γιατί είχε έρθει και η κρίση τότε. 
    Του είχανε κλείσει και το λογαριασμό στο YouTube γιατί ανέβαζε βιντεάκια με μουσική από Αμέρικα. Τη μέρα που του κλείσανε το λογαριασμό στο YouTube κόντεψε να αρρωστήσει από στεναχώρια το παιδί αλλά μετά το ξεπέρασε σιγά, σιγά τρώγωντας καλά φαγητά και κάνωντας γυμναστική.
     Έψαχνε τρόπους να χακάρει το facebook του. Δεν τα κατάφερνε. Απογοητευόταν πολύ εύκολα και με την παραμικρή δυσκολία τον έπιανε δυσκοιλιότητα και αναγκαζόταν να τρώει εκείνα τα φρούτα που είναι απέξω τριχωτά και από μέσα πράσινα με μαύρα κουκουτσάκια και τα σιχαινόταν.
      Μια μέρα βρήκε το τρόπο να φτιάξει το δικό του ίντερνετ και έφτιαξε ένα τρομερό μόντεμ και συνδέθηκε και ήταν μόνος του μέσα στο δικό του ίντερνετ και μόλις το συνειδητοποίησε πως ήταν μόνος του άρχισε να κλαίει.
      Είχε βάλει να παίζει στο repeat Day Joy - Talks of Terror γιατί το συγκεκριμένο κομμάτι τον έκανε να αισθάνεται καλά αλλά και σκατά μαζί.
     Κάποιος τον πήρε τηλέφωνο μια μέρα και του είπε πως ήθελε να του αγοράσει το ίντερνετ του και εκείνος είπε πως δεν το πουλούσε και να πάει να γαμηθεί, ήταν δικό του το δικό του  το ίντερνετ, το είχε πάρει απόφαση, πάει και τελείωσε ρε παιδιά.
    Στη γειτονιά όλοι τονε ματιάζανε γιατί ήτανε καλό παιδί αλλά λίγο τεμπέλης και μυστήριος τυπάκος.
     Μια μέρα ανέβηκε στην ταράτσα του σπιτιού του με τη χνουδωτή ρόμπα του και από μέσα δεν φορούσε τίποτα και εκείνη τη μέρα φυσούσε πάρα πολύ και έβγαλε τη χνουδωτή ρόμπα και ήτανε νύχτα και βούτηξε μέσα σε μια πύρινη λίμνη φωνάζοντας: 
     "ΟΧΙ".
    Την άλλη μέρα τον πήρε τηλέφωνο η αδερφή του και τον ρώτησε γιατί πάντα όταν του μιλούσαν για κάτι κοκκίνιζαν τα αυτιά του.
    Εκείνος δεν ήξερε τι να πει.
    Σε τρεις μέρες είχε ραντεβού στο ΙΚΑ και αποφάσισε πως θα πήγαινε high στον Εσταυρωμένο γιατί είχε πιο πολύ πλάκα.
    
     

3 σχόλια: